Παρουσίαση Βιβλίου: Σελίδες από του Πουθενά, Δοκίμια και Αφηγήσεις
[Το καφέ-bar “Monk” είναι, για όσους δεν ξέρουν πού να το βρουν, μια πινακίδα από νέον στην οδό Καρόρη που σε προτρέπει να περπατήσει λίγο πιο πάνω για να βρεις την είσοδο. Είναι ένας χώρος ανάμεικτος, κάτι μεταξύ μπιστρό και γκαλερί τέχνης από τη μια πλευρά, ενώ από την άλλη ο διακριτικός φωτισμός και η μοντέρνα τεχνοτροπία στους τοίχους σε παραπέμπουν σε jazz bar. Όσο όμορφος κι αν ήταν ο χώρος, πολύ γρήγορα η προσοχή μου αποσπάστηκε από τους ικανούς ομιλητές – τον κύριο Δημήτρη Μαμαλούκα και την κυρία Διώνη Δημητριάδου – που ανέλαβαν να μας παρουσιάσουν με λίγα λόγια τη θεματική του βιβλίου, αλλά και να παραθέσουν στους παρευρισκομένους την προσωπική τους άποψη γι αυτό.]
Το βιβλίο περιλαμβάνει πενήντα σύντομες αφηγήσεις και διηγήματα με διαφορετικό θέμα το καθένα. Όσο σύντομα κι αν είναι, όμως – ακόμη και μια σελίδα ή λιγότερο- φτάνουν τον στόχο τους, που δεν είναι άλλος από το να βάλει τον αναγνώστη να σκεφτεί και να αμφισβητήσει την πραγματικότητα του κόσμου γύρω του (μεταξύ άλλων). Όλα αυτά δίχως περιττές λέξεις και επιτηδευμένες εκφράσεις. Η γραφή είναι απλή και περιεκτική το σύνολο του βιβλίου διακατέχεται από μια α οικονομία που φαίνεται να είναι προς όφελός του.
Το πιο σημαντικό όμως, όπως φάνηκε μέσα από τα την παρουσίαση του βιβλίου, είναι πως οι σκέψεις που ακούγονταν μέσα από τις σελίδες του αντικατοπτρίζουν αυτές του αναγνώστη. Ακόμη καλύτερα, τις βρίσκουν και τις οδηγούν ένα βήμα παρακάτω.
Αν και πολλοί φαίνεται να θεωρούν πως ένα λογοτεχνικό βιβλίο πιο εύκολα αποκαλύπτει τα μυστικά του συγγραφέα, τις σκέψεις και τα συναισθήματά του –μέσα από την πλοκή και τους χαρακτήρες, που σχεδόν πάντα δανείζονται χαρακτηριστικά εκείνων που τους συνέλαβαν - ο κύριος Μποζινάκης φαίνεται να διαφωνεί. «Μπορεί ένα δοκίμιο να είναι βαθυστόχαστο, μια μυθοπλασία φορτισμένη από μέσα προς τα έξω, και να είναι πιο βιογραφικό από μια καθαρή εξωτερική βιογραφική τάση.»
Τα προσωπικά δοκίμια είναι καταθέσεις απόψεων, έτσι ώστε ο αναγνώστης να μπορεί να βρει αυτό που ονομάζεται «κοινός τόπος». Όχι απαραίτητα για να συμφωνήσει ή να διαφωνήσει με όσα διαβάζει, αλλά να σκεφτεί την πιθανότητα να συμφωνήσει, να συμφωνήσει μερικώς ή να διαφωνήσει πλήρως. Στην προκειμένη περίπτωση, κάποια από τα θέματα που παρουσιάζονται φαίνεται να αγγίζουν το συλλογικό ασυνείδητο, τους κοινούς, αρχέγονους φόβους των ανθρώπων.
Οι «Σελίδες από το Πουθενά» δίνουν την ευκαιρία στον αναγνώστη να μπει μέσα σε έναν τόπο κάπου ανάμεσα στη Λογοτεχνία του Φανταστικού και τον Πραγματικό Κόσμο –όποιος κι αν είναι αυτός έτσι όπως προκύπτει μέσα από την αμφισβήτηση του αναγνώστη. ΚΙ αν φανεί πως ο συγγραφέας αντιμετωπίζει τον κόσμο που παρουσιάζει με μια κάποια οργή, ένα φόβο, θα διαφωνήσουμε: Όχι οργή, αλλά απέχθεια απέναντι στην διαστρέβλωσή του, που επιφέρει τη διαστρέβλωση σε όλους τους τομείς. Για όποιος, όμως, ψάξει λίγο παρακάτω, θα υπάρξει ένας τόνος ελπίδας κι αισιοδοξίας. Ελπίδα κατανόησης, τόσο του «εαυτού» όσο και του «πλαισίου» του, με τελικό προορισμό τη γνώση της θέσης του ατόμου στον κόσμο.
Περισσότερο από παρουσίαση, η βραδιά που πέρασε ήταν μια διάλεξη που άφηνε πολλή τροφή για σκέψη. Αν και το βιβλίο του Περικλή Μποζινάκη παρουσιάζεται ως «Δοκίμιο» και «Αφήγηση» (τίτλοι που προδιαθέτουν αρνητικά το ευρύ κοινό, καθώς η θεματική θεωρείται ανιαρή) αξίζει έναν άλλον τίτλο. Ας μου δοθεί η ελευθερία να το βαπτίσω «Επεξήγηση Φιλοσοφίας».
Το βιβλίο διατίθεται από τις εκδόσεις Ars Nocturna.